« Η Καμέλια »
επιθεώρηση των Δ. Ευαγγελίδη – Αλ. Σακελλάριου
παράσταση Μάϊος 1939
θεατρική κριτική
Τα Παρασκήνια
Θεατρογραφικά
Η ΘΕΡΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΩΝ
ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΜΑΣ ΘΕΑΤΡΩΝ
« Η ΚΑΜΕΛΙΑ»
(Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗ - ΑΛ. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ)
ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΣ ΜΑΚΕΛΟΥ
= = ΘΕΑΤΡΟΝ «ΛΥΡΙΚΟΝ» = =
Η Καμέλια
Εις το θερινό θεατράκι, το οποίον πέρυσιν ενεκαινίασε
ο θίασος Κοκκίνη-Μαυρέα,
το «Λυρικόν», έκανε την έναρξι της εφετεινής καλοκαιρινής περιόδου των ελαφρών μας
μουσικών θεάτρων ο κ. Μακέδος με τον υπό την καλλιτεχνικήν διεύθυνσιν του κ. Κοκκίνη
και την σύμπραξιν του κ. Μακρή θίασόν του του «Μοντιάλ».
Ο θίασος εστερήθη μεν μερικών καλών πράγματι
στοιχείων του ελαφρού μας θεάτρου, όπως ο κ. Ιατρίδης και ο κ. Αυλωνίτης, επλουτίσθη
όμως αφ' ετέρου με μερικά άλλα, όπως έξαφνα ο κ. Β. Μεσολογγίτης και η τόσον
πάντοτε συμπαθής ως εμφάνισις και ζεστή ως φωνή δίς Φωφώ Χαρμπή.
Κατά τα λοιπά ο θίασος μένει ο ίδιος με μόνην
προσθήκην εις το άρρεν προσωπικό του μερικούς
καλλιτέχνας δευτέρας όμως μάλλον ζώνης και εις το γυναικείον τη νεαρά δίδα Ντέντη
Φιλοσόφου υποσχόμενη να γίνη καλή χορεύτρια αν εργασθή, και τη μικρούλα που ξεπετάχθηκε
στον Αττίκ από πρόπερσυ, την Καλή Καλό.
Η εφετεινή επιθεώρησις των κ.κ. Δ. Eυαγγελίδη
και Αλ. Σακελλάριου, η «Καμέλια» έχει μέν και αυτή τα γνωστά πλέον χαρίσματα ευπρεπείας,
καλού στίχου, δροσερού πνεύματος, που χαρακτηρίζουν το έργο των συγγραφέων αυτών
γενικά και διέκρινοτν, ειδικώτερον, την περυσινή τους επιτυχία, τη «Γαρδένια» δεν
είναι όμως σαν εκείνη. Η «Καμέλια» έχει ως γνωστόν, την λευκότητα της γαρδένιας
όχι όμως και το άρωμά της. Η διαφορά αυτή
των δύο λουλουδιών από τα οποία οι συμπαθείς και πνευματώδεις συγγραφείς ενεπνεύσθησαν
τους αντιστοίχους τίτλους των επιθεωρήσεών
των πέρυσι και φέτος, υπάρχει θάλεγε κανείς
και στα έργα.
Η «Καμέλια» βλέπεται ευχάριστα, αλλά...
τίποτα άλλο. Δεν είνε όπως ήταν η «Γαρδένια», μιά «εξαιρετική» επιθεώρησις.
Ο στίχος είναι ωραίος. Το πνεύμα δεν
σπανίζει. Μερικά νούμερα είνε αληθινά πολύ επιτυχημένα. Η πρόζα τοτ κ. Μακρή (μεθυσμένου
καλλίτερου από κάθε άλλη φορά) είνε γενικά έξυπνη και σε μερικά σημεία εξυπνοτάτη.
Εν τούτοις τα πιό καλά νούμερα θυμίζουν
παληότερα τέτοια των ίδιων συγγραφέων. Μερικά πράγματα που θα συγχωρούσε κανείς
όπωσδήποτε σε μερικούς άλλους επιθεωρησιογράφους, δεν μπορεί παρά να τα βλέπη με
λύπη σε έργα συγγραφέων όπως ο κ. Ευαγγελίδης
και ο κ. Σακελλάριος. Ας είναι: Γενικά η εντύπωσις καλή και αυτό δεν είναι λίγο.
Μου άρεσε πολύ το νούμερο «η καριέρες των ανθρώπων»
(Φωφώ Χαρμπή — Β. Μεσολογγίτης). «Τα παράπονα σε λα—μινόρε» (Σταυρίδης— Ντιριντάουα).
Το σκέτς του κ. Κοκκίνη «Ξέρεις ποιός είμ’ εγώ».
Το σκέτς αυτό δυστυχώς παρατείνεται με μιά σκηνή σατύρας της ρωμέϊκης
γκρίνιας, έξυπνη μέν αδυνατώτερη όμως από μιά άλλη προηγούμενη, που αναφέρεται
σε σάτυρα γενικώτερων ζητημάτων. Το σκέτς έπρεπε να «κλείνη» εκεί. Θα κέρδιζε.
Καλό επίσης είνε και το νούμερο «Όλα μονολεκτικώς».
Το κακό είνε ότι θυμίζει νούμερο ανάλογο το «λακωνικώς όλα» της περυσινής «Γαρδένιας».
Τα άλλα νούμερα δεν είνε κακά. Γιά το φινάλε της Πρώτης πράξεως («Σίλλυ σύμφωνυ») έχω να πώ τούτο: Καλή
και καλά δουλεμμένη ιδέα.
Ένα ελάττωμα: Όπως υποχρεούνται να εμφανίζωνται
και να παίζουν οι ηθοποιοί δεν μπορούν να έχουν την άνεσι του παιξίματος που θα
ήταν απαραίτητη γιά να μην έχη το φινάλε την ακαμψία τη σχετική που έχει τώρα και
η οποία το ζημιώνει, όπως άλλως τε το ζημιώνει εμπορικώς μόνον, φυσικά, και το
γεγονός ότι δεν «σηκώνει μπιζάρισμα».
Η δίς Δημητρίου τραγουδά πολύ καλά μία ρωμάντζα
η οποία όμως δυστυχώς είνε κάπως μονότονη και νυσταλέα. Αντιθέτως η
δίς Δημητρίου είνε πολύ, μά πολύ καλή, στο νούμερο που τραγουδάει με τους κ.κ.
Μακρή — περίφημο — και Σταυρίδη «Πού’σαι παληά Πλακιωτοπούλα».
Εθαύμασα τις κλακέττες της Ιταλίδος πρωταγωνιστρίας
του θιάσου δίδος Ποζέλλι. Ωρισμένως κάθε ημέρα που περνά επιβεβαιώνει η
καλλιτέχνις αυτή την αξία του ταλέντου της ως χορευτρίας (των συγκοπάτων φυσικά
εννοείται μοντέρνων χορών, δεδομένου ότι για τους κλασικούς χορούς δεν νομίζω
πως η καλλιτέχνις αυτή φαίνεται να είνε ιδιαίτερα προικισμένη).
Λυπούμαι γιατί δεν μπορώ να πώ καλά πράγματα
και για το νούμερό τους – το σκετς «Τσικίτα» – εις το οποίον η ιδία καλλιτέχνις
τραγουδάει το περίφημο τραγούδι που ακούσαμε στον κινηματογράφο εκτελούμενο απ’
την αμίμητη Αρζεντίνα, το «Αντίο
Μπάργκας Χερένια». Η καλλιτέχνις φαίνεται
έχει την ωραία αφοβία της νεαράς της ηλικίας, και μόνον έτσι εξηγείται η
καταπληκτική της τόλμη να τραγουδήση το τραγούδι αυτό υποβάλλουσα η ίδια τον
εαυτό της, προκαλούσα δηλαδή μάλλον το κοινόν εις την σύγκρισιν που την
συντρίβει. Αν μπορούσε να άκουγε τον εαυτό της από την πλατεία σίγουρα δεν θα
τολμούσε τέτοιαν αποκοτιά. Κρίμα που η τόσο πολύ προικισμένη με ταλέντο στο
χορό καλλιτέχνις αυτή δεν θέλει να περιοριστεί οριστικώς μόνον στην εκδήλωσι
αυτή της τέχνης για την οποίαν είνε καμωμένη. Θα μπορούσε να γίνη με τον καιρό
χορεύτρια πράγματι εξαιρετική.
Το ανέβασμα του έργου περίφημο. Η μουσική
του γνωστή, είναι συμπαθητική στο αυτί εις το οποίον θυμίζει αρμονίες
ευχαριστότατες.
Τα σκηνικά του κ. Καστανάκη κομψά και
καλλιτεχνικά. Αισθητή η έλλειψις του κομπέρ από τον θίασον. Τουλάχιστον τη
βραδειά που είδε την επιθεώρησι ο
υποφαινόμενος (στη δευτέρα του έργου) δεν είδα να παίζη ο από τα σημάδια του
προγράμματος εικαζόμενος κομπέρ κ. Ανδρουλής.
ΠΟΛ. ΜΟΣΧΟΒΙΤΗΣ
θεατρική εφημερίδα «Τα
Παρασκήνια», Αθήνα, Έτος Β΄, αρ. φύλλου 53, Σάββατον 20 Μαϊου 1939, σ. 1, και
σ. 5.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΓΡΑΦΟΣ
[ ανάρτηση 16 Απριλίου 2025 :
«
Η Καμέλια »
επιθεώρηση
των Δ. Ευαγγελίδη – Αλ. Σακελλάριου
παράσταση
Μάϊος 1939
θεατρική
κριτική
Τα
Παρασκήνια
Θεατρογραφικά ]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου