Τετάρτη 22 Μαρτίου 2023

Ιωάννης Δαμβέργης "Η κακή του μέρα" διήγημα 1889 [ μεταγραφή-σχόλια: Δημήτρης Φιλελές ] ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

 





Ιωάννης Δαμβέργης

« Η κακή του μέρα »

διήγημα

μεταγραφή, σχόλια: Δημήτρης Φιλελές

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

 

 

 

 

Η κακή του μέρα

 

Ο ένας διάολος διώχνει τον άλλο. (παροιμία)

 

Υπάρχουν άνθρωποι εξ επαγγέλματος δυστυχισμένοι. Ο ήρωάς μας ήταν τέτοιος. Αν μπορούσε να σας αφηγηθεί τα παθήματά του, οι τρίχες του κεφαλιού σας θα σηκώνονταν με φρίκη, για να παρακολουθήσουν κι αυτές απ’ το κεφάλι μέχρι τα πόδια. Χρυσάφι να άγγιζε το χέρι του, θα μεταμορφωνόταν αμέσως το μεν χρυσάφι σε κάρβουνα, το δε χέρι του σε τσιμπίδα για τα κάρβουνα.

Υπήρχε μάλιστα μια μέρα της βδομάδας πάνω από κάθε άλλη, αφιερωμένη στη δυστυχία του. Τρία εικοσιτετράωρα πριν την προαισθανόταν και τον έλουζε κρύος ιδρώτας. Την Τετάρτη τον έπιανε ανησυχία. Την Πέμπτη του ανέβαινε πυρετός. Και την Παρασκευή, άυπνος και με μάτια πρησμένα, τρέμοντας από το πρωί μέχρι το βράδυ περίμενε… ποιος ξέρει, κάποια καινούρια δυστυχία, γιατί αυτή ήταν η μέρα που η απαίσια τύχη τον καταδίωκε άγρια.

Η Παρασκευή ήταν κυριολεκτικά η κακή του μέρα.

Δυο τέτοιες του κληροδότησαν διπλή ορφάνια˙ αλλά του απόμενε ένας αδελφός˙ κάποια άλλη Παρασκευή τον αρπάζει κι εκείνο.

Τότε συγκέντρωσε την προσοχή του και ανακάλυψε τη φρικτή επίδραση που η παραμονή του Σαββάτου ασκούσε στην τύχη του.

Πρώτα ανακάλυψε ότι γεννήθηκε Παρασκευή. Μετά συγκέντρωσε στον νου του όλα τα δυστυχήματα που τον χτύπησαν στην πρώτη νιότη του και με διάφορα μέσα εξακρίβωσε τις χρονολογίες τους.

Φρίκη! Όλα, χωρίς καμιά εξαίρεση, έπεφταν Παρασκευή.

Παρασκευή μπήκε στο σχολείο, αλλά και Παρασκευή αποβλήθηκε για κάποια αταξία, που μόνο αυτός δεν ήταν ένοχος. Παρασκευή γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο, αλλά Παρασκευή απορρίφθηκε από τις πτυχιακές του εξετάσεις εξαιτίας της αμάθειας εκείνου που εξεταζόταν μαζί του. Παρασκευή έτυχε να χωρίσει δυο ανθρώπους που τσακώνονταν και να τραυματιστεί επικίνδυνα με μαχαίρι αντί για τον άλλο. Παρασκευή, τέλος, έπεσε από σκάλα, Παρασκευή έχασε μια δεσμίδα χαρτονομισμάτων που ανήκαν σε άλλο, Παρασκευή του έκλεψαν το ρολόι του. Παρασκευή έπαθε ευλογιά[1], Παρασκευή έχασε μια δίκη από την οποία έλπιζε να διορθώσει τα οικονομικά του, Παρασκευή…

Και τι δεν έπαθε αυτή τη μέρα. Μετά τα μεσάνυχτα της Πέμπτης μέχρι πριν το ξημέρωμα του Σαββάτου, ακουμπώντας το μέτωπο ανάμεσα στις δυο του παλάμες, τα αναπολούσε ένα ένα, με μαθηματική ακρίβεια, και έτρεμε να φτάσει στο τελευταίο, μήπως τύχει και βρεθεί χωρίς συνέχεια η αναπόλησή του και… δώσει τη συνέχεια σε κάποιο απρόοπτο γεγονός˙ καμιά σφαίρα απ’ το παράθυρο, κανένα γράμμα απ’ το ταχυδρομείο, κανένας κεραυνός από τον ουρανό.

Και φοβόταν να κινηθεί, να φάει, ν’ αναπνεύσει. Αν έπεφτε κάποια σανίδα απ’ το ταβάνι, αν τύχαινε κάποια δηλητηριώδης ουσία στο φαγητό ή κάποιο μολυσματικό νόσημα στην ατμόσφαιρα, είναι βέβαιο ότι δεν θα διάλεγαν άλλη μέρα για να τον βλάψουν. Δεν δεχόταν φίλους, συγγενείς, δεν εργαζόταν -γιατί μόνο με την εξαίρεση της Παρασκευής αναλάμβανε όλες τις εργασίες- δεν κοιμόταν.

Ζούσε μόνο, αφού τα παθήματα είναι η ζωή.

Ζούσε και… κάτι κακό, απρόοπτο, θα ξεσπούσε στο κεφάλι του. Ό,τι υπέφερε τις παραμονές, τα ίδια πάθαινε και τις επόμενες. Ή περίμενε τα αποτελέσματα του κακού, πού για κάποιο λόγο είχε αναβάλει την επίσκεψή του, κινώντας όμως πάντοτε εναντίον του την ορισμένη μέρα, ή αδιαθετούσε από την αγωνία ή υπολόγιζε πόσες μέρες τον χωρίζουν ακόμη από την επόμενη Παρασκευή.

 

Δεν αρκούσαν όλα αυτά και ο ήρωάς μου αγάπησε. Ακούσατε; Αγάπησε. Για ν’ αποδείξει ίσως ότι κι αυτός ο έρωτας είναι ο κλήρος των δυστυχισμένων.

Δεν θυμόταν, είναι αλήθεια, αν όταν την πρωτοείδε ήταν Παρασκευή, γιατί την έβλεπε εδώ και χρόνια περνώντας κάτω απ’ τα παράθυρά της.

Το βέβαιο είναι ότι η καρδιά του τις τρεις πρώτες μέρες της βδομάδας έμοιαζε με τις καρδιές των άλλων ανθρώπων και ότι μια τέτοια μέρα βυθίστηκε σε πέλαγος χαράς.

Η κοπέλα των ονείρων του -όχι των ονείρων της Παρασκευής, γιατί εκείνη τη μέρα την έδιωχνε σκληρά από τη μνήμη του, για να μην τη συνδέσει με την απαίσια τύχη αυτής της μέρας- η ωραία καστανή του τού ψιθύριζε απ’ το παράθυρο με φωνή τρεμάμενη από συγκίνηση και στοργή :

- Έχω κάτι να σας πω. Να περνάτε κάθε μέρα μέχρι να βρω την ευκαιρία.

Πέρασε Τρίτη, τίποτα˙ πέρασε την Τετάρτη, επίσης. Τόλμησε να περάσει κι αυτή την Πέμπτη… όταν ανοίγει ήρεμα το παράθυρο και η καστανή του ψιθυρίζει με γλυκύτατη φωνή :

- Αύριο, μόλις ανάψουν τα φώτα.

 

Αύριο! Χίλιοι διάβολοι αν συμμαχούσαν, δεν θα της ενέπνεαν αυτή τη  φρικιαστική συνάντηση. Η δύστυχη! Αγνοούσε τι σημαίνει γι’ αυτόν, γι’ αυτήν ίσως, αυτό το απαίσιο αύριο.

Όχι, σκέφτηκε. Δεν θα τη θυσιάσω. Είναι προτιμότερο να χάσω τον έρωτά της. Προτιμώ τα πάντα.

Και, κατ’ εξαίρεση, όλη τη νύχτα της Πέμπτης και όλη τη μέρα της Παρασκευής αυτή και μόνο σκεφτόταν, δίνοντας τον λόγο της τιμής του στον εαυτό του, κάνοντας όρκους με μάρτυρα τον ουρανό ότι θα αδιαφορούσε στην πρόσκλησή της. Για να είναι πιο ασφαλής για την εκπλήρωση της απόφασης, των όρκων του, σκέφτηκε να κουρελιάσει τα ρούχα του, να πετάξει τα παπούτσια του απ’ το παράθυρο. Ποιος ξέρει αν δεν σκέφτηκε ν’ αυτοκτονήσει μάλιστα. Αλλά όλα αυτά τα θεώρησε παιδιάστικα και αρκέστηκε στην εμπιστοσύνη που είχε στη θέλησή του.

 

Υπάρχουν στιγμές που και ο πιο δειλός άνθρωπος γίνεται ήρωας. Σε παρόμοια στιγμή βρέθηκε κι αυτός όταν απ’ το παράθυρό του είδε ν’ ανάβουν τα φώτα. Με όση ταχύτητα μεταδίδεται η φωτιά από το φλογερό κοντάρι του υπαλλήλου που ανάβει τα φανάρια του φωταερίου, με τόση και ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα αποφάσισε να τρέξει εκεί που τον καλούσε ο έρωτας. Είναι ασυνειδησία να περιμένει η φτωχή. Είναι αδιακρισία, σκεφτόταν. Θα της πω μόνο να με περιμένει αύριο και θα φύγω.

 

Η πρώτη του ερωτική συνάντηση. Και με ποιους οιωνούς[2]! Την κοιτάζει, κρατά τρυφερά το χέρι της, αλλά δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη. Έρωτας! Και ποιος μπόρεσε να σε καταλάβει; Φλόγα και δροσιά˙ λάμψη και μυστήριο˙ αγαλλίαση[3] και τρόμος σπασμωδικός˙ υγρά μάτια και ξερό στόμα˙ θέλει να φύγει, αλλά στέκεται σαν καθηλωμένος.

- Και το όνομά σας; τον ρωτά.

- Παύλος.

- Και το δικό σας;

- Παρασκευή. Μα… τι πάθατε;

 

Τι έπαθε; Ο συγγραφέας αδυνατεί να το περιγράψει. Τι; Να πει για τους κεραυνούς που ξεσπούν και για τα χάσματα που ανοίγουν και για τη γη που τραντάζεται και για το σκοτείνιασμα των ματιών και τη συγκοπή της καρδιάς; Όλα αυτά είναι μηδενικά απέναντι στο όνομά της˙ Παρασκευή!... Παρασκευή!...

Του φτάνει μόνο στη διήγησή του ένα τέλος που θα φανεί, ποιος ξέρει, ακόμα πιο παράδοξο.

Ο Παύλος την παντρεύτηκε.

Και από τότε είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Κάθε μέρα. Χωρίς να εξαιρείται η Παρασκευή.

 

Ιωάννης Δαμβέργης (1889)

 

 

 

 

 

προσαρμογή κειμένου – επιμέλεια σχολίων : © Δημήτρης Φιλελές

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



[1] η ευλογιά = μολυσματική ασθένεια με εξάνθημα.

[2] ο οιωνός = το σημάδι που προμηνύει το μέλλον.

[3] η αγαλλίαση = η ευτυχία, η μεγάλη χαρά.





 

ΕΛΕΥΘΕΡΟΓΡΑΦΟΣ

eleftherografos.blogspot.com

[ ανάρτηση 22 Μαρτίου 2023:

Ιωάννης Δαμβέργης
« Η κακή του μέρα »

διήγημα 1889

μεταγραφή, σχόλια: Δημήτρης Φιλελές 

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ]

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γιάννης Ξενίκας "Βερολίνο 1" Τω ξενίω Ζηνί

  Γιάννης Ξενίκας « Βερολίνο 1 » Τω ξενίω Ζηνί           Βερολίνο 1     Ένας μεγάλος περίπατος στο κέντρο του Βερολίνου ...