προτάσεις:
Γεώργιος Βιζυηνός
« Τρία αμαρτωλά διηγήματα »
επιμέλεια - μεταγραφή στη δημοτική:
Δημήτρης Φιλελές
εκδ. Πηγή, Αθήνα, 2024
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
/ - το εξώφυλλο του βιβλίου
Μεταγράφονται
τα διηγήματα:
Το αμάρτημα της μητρός μου
Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου
Μοσκώβ-Σελήμ
/ - το οπισθόφυλλο του βιβλίου
/ - πίναξ Περιεχομένων του βιβλίου
από το εκδοθέν βιβλίο:
Η
ζωή και το έργο του Γεώργιου Βιζυηνού
Ο Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896)
γεννήθηκε στη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης το 1849 και πέθανε στην Αθήνα το
1896. Οι πληροφορίες που υπάρχουν για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι πάντοτε
ακριβείς και αξιόπιστες. Ήταν γιος του πραματευτή Μιχαλιού (1813-1854) και της
Δεσποινιώς ή Μιχαλιέσσας (περ. 1827-1907). Ο Βιζυηνός είχε δύο αδελφές (η πρώτη
αδελφή είναι το μωρό που «πλάκωσε» η Δεσποινιώ και η δεύτερη πεθαίνει μικρή από
βαριά αρρώστια) και δύο αδελφούς.
Σημαντικό γεγονός στη ζωή του υπήρξε η
γνωριμία του (1873) με τον πλούσιο τραπεζίτη και εθνικό ευεργέτη Γεώργιο
Ζαρίφη, ο οποίος και ανέλαβε την προστασία του. Ο Γ. Βιζυηνός ταξίδεψε στην
Αθήνα και συνέχισε τις σπουδές του στο Γυμνάσιο της Πλάκας. Υπότροφος του
Φιλολογικού Συλλόγου, σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας. Χάρη στη
γενναία συνδρομή του Ζαρίφη, μετέβη στη Γερμανία για σπουδές. Μαθήτευσε κοντά
στον μεγάλο ψυχολόγο Β. Βουντ και στον περίφημο ιστορικό της φιλοσοφίας Ε.
Τσέλλερ. Το 1881 έγραψε τη διδακτορική του διατριβή, που είχε ως θέμα το
παιδικό παιχνίδι και την επίδρασή του από ψυχολογική και παιδαγωγική άποψη.
Φαίνεται ότι την ίδια εποχή έκανε και το πρώτο ταξίδι του στο Σαμακόβι της
Ανατολικής Θράκης, ελπίζοντας να πλουτίσει από κάποια επιχείρηση μεταλλείων. Η
φρενοβλάβειά του, που εκδηλώθηκε δέκα χρόνια αργότερα, συνδέεται, ανάμεσα στα
άλλα, και με την υπόθεση αυτή. Επισκέφθηκε το Παρίσι, όπου γνώρισε τον Βικέλα,
και το Λονδίνο. Ωστόσο, ο θάνατος του Ζαρίφη σήμανε το τέλος της οικονομικής
του ασφάλειας. Το 1884 ανακηρύχθηκε υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην έδρα
της Φιλοσοφίας, με τη μελέτη του «Φιλοσοφία του καλού παρά Πλωτίνω». Δεν έγινε
όμως ποτέ καθηγητής, πράγμα που του στοίχισε.
Έζησε τα τελευταία του χρόνια με στερήσεις,
διδάσκοντας σε γυμνάσια και προσπαθώντας, χωρίς αποτέλεσμα, να προωθήσει τη μεταλλευτική
επιχείρηση. Καθηγητής της ρυθμικής και δραματολογίας στο Ωδείο Αθηνών από το
1890, ερωτεύτηκε τη νεαρή μαθήτριά του Μπετίνα Φραβασίλη (1876-1897) και έχασε
τα λογικά του.
Τα τέσσερα τελευταία χρόνια της ζωής του τα
πέρασε κλεισμένος στο Δρομοκαΐτειο ψυχιατρείο, όπου και πέθανε «εκ προϊούσης
γενικής παραλύσεως» σε ηλικία μόλις σαράντα επτά χρόνων.
Ο Γ. Βιζυηνός είναι ένας από τους
σημαντικότερους νεοέλληνες πεζογράφους. Εμφανίστηκε σε μια εποχή που στη χώρα
μας, με επικεφαλής τον Νικόλαο Πολίτη, είχε αρχίσει να αναπτύσσεται η λαογραφία
ως επιστήμη και οι πεζογράφοι είχαν στραφεί προς την ειδυλλιακή ύπαιθρο, με
στόχο την περιγραφή των ηθών και εθίμων του ελληνικού λαού. Έτσι καλλιεργήθηκε
το ηθογραφικό διήγημα, του οποίου ο Βιζυηνός είναι ο εισηγητής. Ο
Βιζυηνός όμως προχώρησε βαθύτερα, δίνοντας στο έργο του αυτοβιογραφικό και
κυρίως ψυχογραφικό χαρακτήρα.
Ο Γ. Βιζυηνός ήταν ποιητής και πεζογράφος, ο
σημαντικότερος της Γενιάς του 1880. Η ποίησή του ταλαντεύεται ανάμεσα
στο παλιό και το καινούργιο και δεν κατόρθωσε ν’ απαλλαγεί από τις αδυναμίες
του ρομαντισμού.
Με το πεζογραφικό του έργο όμως υπήρξε
πρωτοπόρος και δικαίως τον αποκάλεσαν «πατέρα του διηγήματος». Τα περισσότερα
διηγήματά του αναφέρονται στις αναμνήσεις του και αποδίδουν το περιβάλλον του
θρακιώτικου χωριού, όπου συνυπάρχουν το ελληνικό και το τουρκικό στοιχείο.
«Δύο είναι τα βασικά εξωτερικά γνωρίσματα
των διηγημάτων του Βιζυηνού: ο αυτοβιογραφικός χαρακτήρας των μύθων τους και η
γλώσσα τους, η καθαρεύουσα […]. Διακρίνονται για την αφηγηματική ικανότητα, για
την τεχνική διάρθρωση της πλοκής, για την πλαστική δύναμη στη διαγραφή των
χαρακτήρων, αλλά προπαντός για τη διείσδυση στο βάθος της ανθρώπινης ψυχής και
την έντονη δραματικότητα» (Απ. Σαχίνης).
Τα κυριότερα διηγήματα του Βιζυηνού, που
δημοσιεύτηκαν στην Εστία από το 1883 ως το 1895, είναι: Το αμάρτημα
της μητρός μου (1883), Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου (1883), Μεταξύ
Πειραιώς και Νεαπόλεως (1883), Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας
(1884), Το μόνον της ζωής του ταξίδιον (1884), Μοσκώβ Σελήμ
(1895).
Χρίστος Γ. Ρώμας
φιλόλογος-συγγραφέας
από το εκδοθέν βιβλίο:
Μια
σύντομη κριτική ματιά
στα
«αμαρτωλά διηγήματα» του Γεώργιου Βιζυηνού
Τα ανθρώπινα αμαρτήματα κατέχουν ιδιαίτερη
θέση στη διηγηματογραφία του Γεώργιου Βιζυηνού. Αρχής γενομένης από «Το αμάρτημα της μητρός μου», ο
Βιζυηνός, παίρνοντας αριστοτεχνικά αποστάσεις από την προσωπική του συμμετοχή
στα γεγονότα, δομεί ένα πρωτόφαντο ψυχογράφημα και πηγαίνει πολύ μακρύτερα από
τα στενά όρια της ηθογραφίας.
Στο αφήγημά του, το φυσικό περιβάλλον, τα
ήθη και τα έθιμα του τόπου του και οι άνθρωποι της θρακιώτικης υπαίθρου
χρωματίζουν τη ροή του λόγου, αλλά υπάρχουν ως στοιχεία δευτερεύοντα. Κυρίαρχη
είναι η εστίασή του στο ενδεχόμενο προπατορικό σφάλμα της οικογένειάς του,
καθώς ο συγγραφέας αναπλάθει δημιουργικά τις αναμνήσεις της μακρινής παιδικής
του ηλικίας και εναγωνίως αναζητά τις λογικές απαντήσεις σε όσα στοιχειώνουν
τον ψυχικό κόσμο του.
Η μητέρα του, εξ αμελείας υπεύθυνη για τον
θάνατο της πρώτης κόρης της, ζει τη δική της πραγματικότητα, ενώ η υπόλοιπη
οικογένεια –μεταξύ αυτών και ο συγγραφέας– βιώνει μια πραγματικότητα εντελώς
διαφορετική, έτσι όπως ορίζεται από τη συνείδηση του καθενός και από το πρίσμα
μέσα από το οποίο αντιλαμβάνεται τα γεγονότα. Αυτό συμβαίνει, αφανώς ή εμφανώς,
σε όλη την έκταση της αφήγησης και είναι το σταθερό σημείο γύρω από το οποίο
περιστρέφονται όλοι οι εμπλεκόμενοι στο διήγημα.
Ο Βιζυηνός είναι ξεχωριστός και αμίμητος.
Δεν παράγει μυθοπλασία· αντίθετα, οι ήρωές του είναι υπαρκτοί και συμμετέχουν
ως φυσικά πρόσωπα στην πλοκή και στην εξέλιξη της ιστορίας, από την αρχή μέχρι
το τέλος. Το ζητούμενό του δεν είναι τόσο η λύση ενός προβλήματος, όσο η
εξήγηση και η κατανόηση μιας κατάστασης.
* * *
Το επόμενο κατά σειρά διήγημα του Βιζυηνού,
με τίτλο «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού
μου» –το διηγηματογραφικό του αριστούργημα, κατά τον Κωστή Παλαμά–, είναι
ένα χαρισματικό αφήγημα στο οποίο εναλλάσσονται, πέρα από την τυπική ηθογραφία,
η κοσμικότητα, η ανατολίτικη χάρη και ομορφιά, οι λαϊκές δοξασίες, οι
διαφορετικές θρησκευτικές αντιλήψεις, ο ζωοδότης έρωτας και η συντριπτική
απογοήτευση, η τραγικότητα της απώλειας, το καταστάλαγμα του μόνιμου πένθους,
αλλά και η συγκίνηση που αναβλύζει από τις συμπεριφορές όσων συνδέονται άρρηκτα
με τον αόρατο ιστό της κοινής μοίρας.
Τραγική μορφή της ιστορίας –και πάλι– η
μητέρα του συγγραφέα, η οποία δέχεται ένα ακόμα απρόσμενο χτύπημα του
πεπρωμένου. Τον θάνατο της πρώτης της κόρης –με δική της ευθύνη– και του
συζύγου της, διαδέχεται η δολοφονία του γιου της. Η οργή της ξεχειλίζει
εναντίον του φονιά του παιδιού της τόσο, που η μειλίχια ψυχή της θα ηρεμήσει
μόνο όταν φτάσει στην ακρότητα, την αυτοδικία.
Ποιος μπορεί να φανταστεί ότι στον αγώνα της
για δικαίωση θα τη συνδράμει μια αλλόθρησκη οικογένεια; Πόσο γρήγορη μπορεί να
είναι η ανταπόδοση της ευγνωμοσύνης για τη σωτηρία της ζωής του Τούρκου Κιαμήλ;
Πώς ο πόνος της μάνας βρίσκει ανακούφιση και παρηγοριά στην ανοιχτή αγκαλιά
μιας Τουρκάλας, αλλά και στα μάγια μιας τσιγγάνας; Πώς όταν όλες οι προσπάθειες
φαίνεται να οδηγούνται σε αδιέξοδο, έρχεται η τραγική ειρωνεία να δώσει τη
μοιραία λύση;
Κορυφαία η σύγκρουση συναισθημάτων τη στιγμή
που ο συγγραφέας βιώνει την ανατροπή και ανακαλύπτει ότι ο φονιάς του αδελφού
του, ο άκακος Κιαμήλ, βρίσκεται απέναντί του σε κατάσταση παραφροσύνης – και
έτσι θα παραμείνει στο υπόλοιπο του βίου του.
Ώσπου, τέλος, για μια ακόμα φορά η διπλή όψη
της πραγματικότητας γίνεται ο κανόνας στη ζωή. Η τραγική μητέρα δεν μαθαίνει
ποτέ την αλήθεια, ο φονιάς του παιδιού της βρίσκει τη γαλήνη μόνο δίπλα της, ο
συγγραφέας ζει κάθε στιγμή το δράμα της επίγνωσης, αλλά αυτή είναι η αναγκαία
συνθήκη ώστε το ποτάμι της ζωής να συνεχίσει την πορεία του.
Και
όλα τα παραπάνω δεν είναι αποκυήματα της φαντασίας ενός ανθρώπου, αλλά η
αποτύπωση της ανυπέρβλητης τέχνης της ζωής.
* * *
Τρίτο κατά σειρά διήγημα «Ο Μοσκώβ Σελήμ», η ιστορία της ζωής ενός
ταλαιπωρημένου Τούρκου, του οποίου τα βιώματα έρχονται μέσα από μια διαδοχή
γεγονότων σε αντίθεση με τα κοινωνικά του δεδομένα, τις θρησκευτικές διδαχές
και την εθνικότητά του.
Μάταια επιχειρεί να κερδίσει την αγάπη του
πατέρα του, ο οποίος τον αρνείται επιδεικτικά και του στρέφει την πλάτη. Μάταια
αγωνίζεται στο πεδίο της μάχης για την πατρίδα του, καθώς ο αγώνας του
εκμηδενίζεται στον βωμό των συμφερόντων. Μάταια εγκαταλείπει την οικογένειά του
–που διαλύεται κατά τη διάρκεια της απουσίας του– για να αγωνιστεί και πάλι για
υψηλά ιδανικά, μέχρι να καταλήξει αιχμάλωτος του ορκισμένου εχθρού του. Και το
χειρότερο όλων – αυτός ο εχθρός κερδίζει τη συμπάθειά του και γίνεται φίλος
του.
Είναι ένας απλός άνθρωπος, που δίνει
καθημερινή μάχη με τη συνείδησή του. Οι ομοεθνείς του τον βλέπουν είτε ως
φιγούρα γραφική είτε ως εχθρό. Εκείνος όμως είναι ανεξίκακος, βιώνει με
καρτερία την αναπότρεπτη αδικία, η μόνωση είναι πλέον μονόδρομος και η
εξασφάλιση της γαλήνης του, ενώ ο θάνατος σημαίνει την οριστική λύτρωση.
Ο Βιζυηνός, με τέχνη άφταστη, αγγίζει με την
πένα του ακανθώδη για την εποχή του ζητήματα, όπως η θρησκεία και η εθνικότητα.
Με διακριτικότητα και συμπάθεια, ρίχνει το βλέμμα του σε χριστιανούς και
μουσουλμάνους. Κύριο μέλημα του πεζογραφικού του αποτυπώματος είναι η κατάθεση
της επιείκειας για κάθε ταλαιπωρημένη ανθρώπινη
ύπαρξη.
Δημήτρης Φιλελές
ΕΛΕΥΘΕΡΟΓΡΑΦΟΣ
[ ανάρτηση 28 Οκτωβρίου 2024 :
προτάσεις:
Γεώργιος Βιζυηνός
«
Τρία αμαρτωλά διηγήματα »
επιμέλεια
- μεταγραφή στη δημοτική:
Δημήτρης Φιλελές
εκδ.
Πηγή, Αθήνα, 2024
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου