WHY OBEY? A LOOK AT PLATO AND ARISTOTLE
ΠΕΡΙ
ΥΠΑΚΟΗΣ Μία ματιά στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη
Άρθρο
από το ιστολόγιο
HANKERING FOR HISTORY
https://hankeringforhistory.com/
https://hankeringforhistory.com/why-obey-look-plato-aristotle/
(
το άρθρο εδώ δεν είναι πλήρες.
Η
επικέντρωση μόνο στα σημεία της πολιτικής θεωρίας της κλασσικής πολιτικής
σκέψης. )
Κατά την κατανόηση της υπακοής, ειδικά για
τους σκοπούς αυτού του δοκιμίου, είναι σημαντικό να γίνεται διάκριση μεταξύ
διαφορετικών τύπων υπακοής. Τα ακόλουθα θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως
εξέταση σχετικά με την υπακοή καθώς αυτή αφορά την κυβέρνηση και τους πολίτες
της, όχι, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» ως
την υπακοή «μεταξύ αφέντη και δούλου». [2]
Aristotle, Plato, and Tinder (Glenn
Tinder, Political
Thinking: The Perennial Questions) all
agree that rulers (or a ruling body) are necessary for the betterment of the
state and the prosperity of its citizens.
Plato believed in aristocracy, the rule of the best. He believed leaders
needed to be wise and trained in how to properly run a state. Moreover, he
believed that the best form of government was timocracy, and that oligarchy,
democracy, and tyranny would all lead to “disorder of a state,”[3]—a state filled with disobedience.
Ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας και ο Τίντερ
συμφωνούν όλοι ότι οι κυβερνώντες (ή ένα κυβερνών σώμα) είναι απαραίτητοι για
τη βελτίωση του κράτους και την ευημερία των πολιτών του.
Ο Πλάτωνας πίστευε στην αριστοκρατία, τον
κανόνα των καλύτερων. Πίστευε ότι οι ηγέτες έπρεπε να είναι σοφοί και
εκπαιδευμένοι στο πώς να διοικούν σωστά ένα κράτος. Επιπλέον, πίστευε ότι
η καλύτερη μορφή διακυβέρνησης ήταν η τιμοκρατία και ότι η ολιγαρχία, η
δημοκρατία και η τυραννία θα οδηγούσαν όλα σε «διαταραχή ενός κράτους», [3] —ένα
κράτος γεμάτο ανυπακοή.
Aristotle believed in sovereign rule; however, he believed in a “king’s
rule according to the law over voluntary subjects.”[4] He did not agree with Plato’ timocracy
state, but he did agree that democracy and tyranny were not suitable for a
state’s growth. Aristotle believed that the creation of good laws and an
effective justice system were essential to harmony between a monarch and his
citizens. Furthermore, he believed not only was the line of royalty the way in
which kings were decided upon, but believed that those kings that operated
within the laws were those whom were most successful and willing to have obedient
citizens.[5]
Ο Αριστοτέλης πίστευε στην κυριαρχία (sovereign rule). Ωστόσο,
πίστευε σε μια «κυβέρνηση του βασιλιά σύμφωνα με το νόμο πάνω σε εθελοντές
υπηκόους». [4] Δεν
συμφωνούσε με το τιμοκρατικό κράτος του Πλάτωνα, αλλά συμφώνησε ότι η
δημοκρατία και η τυραννία δεν ήταν κατάλληλες για την ανάπτυξη ενός κράτους. Ο
Αριστοτέλης πίστευε ότι η δημιουργία καλών νόμων και ένα αποτελεσματικό σύστημα
δικαιοσύνης ήταν απαραίτητα για την αρμονία μεταξύ ενός μονάρχη και των πολιτών
του. Επιπλέον, πίστευε ότι όχι μόνο ήταν η γραμμή των βασιλέων ο τρόπος με
τον οποίο αποφασίζονταν οι βασιλιάδες, αλλά πίστευε ότι εκείνοι οι βασιλιάδες
που λειτουργούσαν σύμφωνα με τους νόμους ήταν εκείνοι που ήταν πιο επιτυχημένοι
και πρόθυμοι να έχουν υπάκουους πολίτες. [5]
A staple of both Aristotle and Plato
is constitutional or contractual rule. In Aristotle’s Politics, he speaks of a “constitutional rule,” a rule in which:
Βασικό στοιχείο τόσο του Αριστοτέλη όσο και του Πλάτωνα είναι ο
συνταγματικός ή συμβατικός (συμβολαιικός) κανόνας. Στα Πολιτικά ο
Αριστοτέλης μιλά για έναν «συνταγματικό κανόνα», έναν κανόνα στον οποίο:
“[T]he ruler must learn by obeying,
as he would learn the duties of a general of cavalry by being under the orders
of a general of cavalry, or the duties of a general of infantry by being under
the orders of a general of infantry, or by having had the command of a company
or brigade. It has been well said that ‘he who has never learned to obey cannot
be a good commander.’ The two are not the same, but the good citizen ought to
be capable of both; he should know how to govern like a freeman, and how to
obey like a freeman — these are the virtues of a citizen.”[7]
«[Ο] ηγεμόνας πρέπει να μαθαίνει υπακούοντας, όπως θα μάθαινε τα
καθήκοντα ενός στρατηγού του ιππικού εκείνος ο οποίος βρίσκεται υπό τις
διαταγές ενός στρατηγού του ιππικού ή τα καθήκοντα ενός στρατηγού του πεζικού εκείνος
που βρίσκεται υπό τις διαταγές ενός στρατηγού του πεζικού ή έχοντας τη διοίκηση
ενός λόχου ή ταξιαρχίας. Έχει λεχθεί καλά ότι «αυτός που δεν έχει μάθει
ποτέ να υπακούει δεν μπορεί να είναι καλός διοικητής». Τα δύο αυτά δεν
είναι τα ίδια, αλλά ο καλός πολίτης πρέπει να είναι ικανός και για τα δύο. πρέπει
να ξέρει πώς να κυβερνά σαν ελεύθερος και πώς να υπακούει σαν ελεύθερος — αυτές
είναι οι αρετές ενός πολίτη». [7]
This clearly shows as to why Aristotle thought that obedience was
important. Not only did he expect the citizens to obey, but he expected the
king to do so as well.
Αυτό δείχνει ξεκάθαρα γιατί ο Αριστοτέλης
θεώρησε ότι η υπακοή ήταν σημαντική. Όχι μόνον ανέμενε από τους πολίτες να
υπακούουν, αλλά ανέμενε να το κάνει επίσης και ο βασιλιάς.
Plato was a firm believer of contractual
rule. He believed that as a product of the state—receiving education and
all the benefits that the state has to offer—one should live under the rules
and consequences of the state. Additionally, he believed that all rules should
be followed, whether they are seen as unjust or not. A passage from Plato’s Crito, shows his unwillingness to falter in his answer as to
whether or not to obey.
Ο Πλάτων πίστευε ακράδαντα στον συμβατικό (συμβολαιικό)
κανόνα. Πίστευε ότι ως προϊόν του κράτους - λαμβάνοντας εκπαίδευση και όλα
τα οφέλη που έχει να προσφέρει το κράτος - θα έπρεπε να ζει κανείς κάτω από
τους κανόνες και τις συνέπειες του κράτους. Επιπλέον, πίστευε ότι πρέπει
να τηρούνται όλοι οι κανόνες, είτε θεωρούνται άδικοι είτε όχι.
Ένα
απόσπασμα από τον Κρίτωνα του Πλάτωνα, δείχνει την απροθυμία
του να παραπαίει στην απάντησή του για το αν θα υπακούσει ή όχι.
“[A]fter having brought you into the world, and nurtured and educated
you, and given you and every other citizen a share in every good that we had to
give, we further proclaim and give the right to every Athenian, that if he does
not like us when he has come of age and has seen the ways of the city, and made
our acquaintance, he may go where he pleases and take his goods with him; and
none of us laws will forbid him or interfere with him.
Any of you who does not like us
and the city, and who wants to go to a colony or to any other city, may go
where he likes, and take his goods with him.
But he who has experience of
the manner in which we order justice and administer the State, and still
remains, has entered into an implied contract that he will do as we command
him.
And he who disobeys us is,
as we maintain, thrice wrong: first,
because in disobeying us he is disobeying his parents; secondly, because we are
the authors of his education; thirdly, because he has made an agreement with us
that he will duly obey our commands; and he neither obeys them nor convinces us
that our commands are wrong; and we do not rudely impose them, but give him the
alternative of obeying or convincing us; that is what we offer and he does
neither.”[8]
«[Α]αφού
σας φέραμε στον κόσμο, σας γαλουχήσαμε και σας μορφώσαμε, και δώσαμε σε εσάς
και σε κάθε άλλο πολίτη μερίδιο σε κάθε καλό που έπρεπε να δώσουμε,
διακηρύσσουμε περαιτέρω και δίνουμε το δικαίωμα σε κάθε Αθηναίο, ότι αν δεν του
αρέσουμε όταν έχει ενηλικιωθεί και έχει δει τους δρόμους της πόλης και μας
γνωρίζει, μπορεί να πάει όπου θέλει και να πάρει μαζί του τα αγαθά του. και
κανένας από εμάς νόμος δεν θα τον απαγορεύσει ή θα τον παρέμβει.
Όποιος
από εσάς δεν συμπαθεί εμάς και την πόλη και θέλει να πάει σε μια αποικία ή σε
οποιαδήποτε άλλη πόλη, μπορεί να πάει όπου θέλει και να πάρει μαζί του τα αγαθά
του.
Αλλά
εκείνος που έχει πείρα από τον τρόπο με τον οποίο διατάσσουμε τη δικαιοσύνη και
διοικούμε το κράτος, και εξακολουθεί να παραμένει, έχει συνάψει μια σιωπηρή
σύμβαση (συμβόλαιο) ότι θα κάνει ό,τι τον διατάξουμε.
Και
αυτός που μας παρακούει είναι, όπως υποστηρίζουμε, τρεις φορές λάθος: πρώτον, γιατί
παρακούοντας μας παρακούει τους γονείς του. Δεύτερον, επειδή είμαστε οι
συγγραφείς της εκπαίδευσής του. Τρίτον, επειδή έχει συνάψει συμφωνία μαζί
μας ότι θα υπακούσει δεόντως τις εντολές μας. Και αυτός ούτε
τους υπακούει αλλά ούτε και μας πείθει ότι οι εντολές μας είναι λάθος. και
εμείς δεν επιβάλλουμε τους κανόνες αγενώς, αλλά του δίνουμε την εναλλακτική να
υπακούσει ή να μας πείσει. αυτό προσφέρουμε και αυτός δεν κάνει κανένα από
τα δύο».[8]
Another area in which Plato, Aristotle, and
Tinder agree is in regards to revolution. Aristotle spoke staunchly against
knaves. These were people who held their own self-interest above the interest
of the rest—typically disrupting their government to do so.
In Politics, Aristotle described these people as those that
“lay information against rich men until they compel them to combine (for a
common danger unites even the bitterest enemies), or coming forward in public
stir up the people against them.”[9]
Plato makes his opinion very clear on
rebellion and revolution in Crito. As mentioned in the aforementioned excerpt from Crito, he believes that citizens have met “an agreement with
[their government] that he will… [not]
convinces us that our commands are wrong.”
Ένας
άλλος τομέας στον οποίο συμφωνούν ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και ο Tinder είναι
η επανάσταση. Ο Αριστοτέλης μίλησε σθεναρά κατά των μαχαιριών. Αυτοί
ήταν άνθρωποι που έθεταν το δικό τους συμφέρον πάνω από το συμφέρον των
υπολοίπων - συνήθως αναστατώνοντας (διασπώντας) την κυβέρνησή τους για να το
κάνουν.
Στα «Πολιτικά»
ο Αριστοτέλης περιέγραψε αυτούς τους ανθρώπους ως εκείνους που «δίδουν
πληροφορίες εναντίον των πλουσίων μέχρι να τους αναγκάσουν να συνενωθούν (γιατί
ένας κοινός κίνδυνος ενώνει ακόμη και τους πιο σκληρούς εχθρούς) ή που βγαίνουν
δημόσια ξεσηκώνουν τους ανθρώπους εναντίον τους». [9]
Ο
Πλάτων κάνει πολύ σαφή τη γνώμη του για την εξέγερση και την επανάσταση στον «Κρίτωνα». Όπως αναφέρεται στο
προαναφερθέν απόσπασμα από τον Κρίτωνα, πιστεύει
ότι οι πολίτες έχουν υπογράψει «μια συμφωνία με [την κυβέρνησή τους] ότι θα…
[δεν] μας πείσει ότι οι εντολές μας είναι λάθος».
Possibly, the real question is not “Why
obey?,” but “Who to obey?”. Both Aristotle and Plato seem less concerned about
whether or not to obey, but who to obey.
In both Plato’s The Republic and Aristotle’s Politics, the emphasis was on the types of ruler that a
state must have to succeed. Both philosophers believed that a corrupt head of
government (or a democracy selected by its unwise masses), was certain to fail.
In Plato’s Laws, he stated that “if law is the master of the
government and the government is its slave, then the situation is full of
promise and men enjoy all the blessings that the gods shower on a state.”[12] In Aristotle’s Politics, he stated that “true forms of government will of necessity
have just laws, and perverted forms of government will have unjust laws.”[13]
Ενδεχομένως,
το πραγματικό ερώτημα δεν είναι «Γιατί να υπακούς;», αλλά «Ποιον να υπακούς;». Τόσο
ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτων φαίνεται να ενδιαφέρονται λιγότερο για το αν θα
υπακούσουν ή όχι, αλλά για το ποιον θα υπακούσουν. Τόσο στη «Πολιτεία»
του Πλάτωνα όσο και στα «Πολιτικά» του
Αριστοτέλη , η έμφαση δόθηκε στους τύπους ηγεμόνων που πρέπει να έχει ένα
κράτος για να πετύχει.
Και
οι δύο φιλόσοφοι πίστευαν ότι ένας διεφθαρμένος αρχηγός κυβέρνησης (ή μια
δημοκρατία επιλεγμένη από τις ασυνείδητες (μη σοφές) μάζες), ήταν βέβαιο ότι θα
αποτύχει.
Στους «Νόμους» ο
Πλάτων δήλωσε ότι «αν ο νόμος είναι ο κύριος της κυβέρνησης και η
κυβέρνηση είναι σκλάβος της, τότε η κατάσταση είναι γεμάτη υποσχέσεις και οι
άνθρωποι απολαμβάνουν όλες τις ευλογίες που οι θεοί βρέχουν σε ένα κράτος». [12]
Στα «Πολιτικά» ο Αριστοτέλης δήλωσε ότι «οι αληθινές μορφές
διακυβέρνησης [: «ορθαί
πολιτείαι» ] θα έχουν αναγκαστικά
δίκαιους νόμους και οι διεστραμμένες μορφές διακυβέρνησης [: «παρεκβάσεις αυτών» (δηλαδή των ορθών πολιτειών)] θα έχουν
άδικους νόμους». [13]
[1] Glenn Tinder, Political Thinking: The Perennial
Questions 6th Ed. (New York: Pearson Longman 2004).
[2] Aristotle, Benjamin Jowett. Aristotle’s
Politics. (Oxford: At the Clarendon Press 1920) Book 3, Part 4.
[3] Plato, Benjamin Jowett. Plato’s The
Republic. (New York: The Modern Library 1941) Book 8.
[4] Aristotle, Book 3, Part 14.
[5] Ibid.
[6] Tinder, 126.
[7] Aristotle, Book 3, Part 4
[8] Plato, Benjamin Jowett. Plato’s Crito.
(New York: The Colonial Press 1900)
[9] Aristotle, Book 5, Part 5
Στο Ε’ βιβλίον των
Πολιτικών ο Αριστοτέλης μελετά την «στάσιν»
[10] Tinder, 131
[11] Ibid., 129
[12] Anthony Black. A World History of Ancient Political
Thought (Oxford University Press 2009)
[13] Aristotle, Book 3, Part 6
[
η απόπειρα μετάφρασης δεν είναι επακριβής.
Έγινε
με την αυτόματη μηχανή μετάφρασης του Coogle και λίγες παρεμβάσεις.
Οι όροι, οι προερχόμενοι από τις Πολιτικές επιστήμες, δεν έχουν την απόλυτη
πιστότητα μεταγραφής στα ελληνικά. ]
για
το θέμα: «στάσις»
/
- δες στο κορυφαίο σύγγραμμα:
Γιώργος Δ. Κοντογιώργης,
«Η θεωρία των Επαναστάσεων στον
Αριστοτέλη», Λιβάνης, Αθήνα, (σ.383), 1982.
/
- συμπληρωματικά επίσης:
Λεωνίδας Μανωλόπουλος,
«Στάσις-Επανάστασις-Νεωτερισμός-Κίνησις»,
Βάνιας, Θεσσαλονίκη, (σ.284), 1991.
Πλάτωνος Κρίτων 51c-52a
πηγή: Μνημοσύνη
μετάφραση: Β. Τόγιας
πρωτότυπον:
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.
[51c] «Σκόπει τοίνυν, ὦ Σώκρατες,» φαῖεν ἂν ἴσως οἱ νόμοι, «εἰ ἡμεῖς ταῦτα ἀληθῆ λέγομεν, ὅτι οὐ δίκαια ἡμᾶς ἐπιχειρεῖς δρᾶν ἃ νῦν ἐπιχειρεῖς.
ἡμεῖς (:οἱ νόμοι) γάρ σε γεννήσαντες, ἐκθρέψαντες, παιδεύσαντες, [51d] μεταδόντες ἁπάντων ὧν οἷοί τ᾽ ἦμεν καλῶν σοὶ καὶ τοῖς ἄλλοις πᾶσιν πολίταις, ὅμως προαγορεύομεν τῷ ἐξουσίαν πεποιηκέναι Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ, ἐπειδὰν δοκιμασθῇ καὶ ἴδῃ τὰ ἐν τῇ πόλει πράγματα καὶ ἡμᾶς τοὺς νόμους, ᾧ ἂν μὴ ἀρέσκωμεν ἡμεῖς, ἐξεῖναι λαβόντα τὰ αὑτοῦ ἀπιέναι ὅποι ἂν βούληται. καὶ οὐδεὶς ἡμῶν τῶν νόμων ἐμποδών ἐστιν οὐδ᾽ ἀπαγορεύει, ἐάντε τις βούληται ὑμῶν εἰς ἀποικίαν ἰέναι, εἰ μὴ ἀρέσκοιμεν ἡμεῖς τε καὶ ἡ πόλις, ἐάντε μετοικεῖν ἄλλοσέ ποι ἐλθών, [51e] ἰέναι ἐκεῖσε ὅποι ἂν βούληται, ἔχοντα τὰ αὑτοῦ.
ὃς δ᾽ ἂν ὑμῶν παραμείνῃ, ὁρῶν ὃν τρόπον ἡμεῖς τάς τε δίκας δικάζομεν καὶ τἆλλα τὴν πόλιν διοικοῦμεν, ἤδη φαμὲν τοῦτον ὡμολογηκέναι ἔργῳ ἡμῖν ἃ ἂν ἡμεῖς κελεύωμεν ποιήσειν ταῦτα, καὶ τὸν μὴ πειθόμενον τριχῇ φαμεν ἀδικεῖν, ὅτι τε γεννηταῖς οὖσιν ἡμῖν οὐ πείθεται, καὶ ὅτι τροφεῦσι, καὶ ὅτι ὁμολογήσας ἡμῖν πείσεσθαι οὔτε πείθεται οὔτε πείθει ἡμᾶς, εἰ μὴ καλῶς τι ποιοῦμεν, [52a] προτιθέντων ἡμῶν καὶ οὐκ ἀγρίως ἐπιταττόντων ποιεῖν ἃ ἂν κελεύωμεν, ἀλλὰ ἐφιέντων δυοῖν θάτερα, ἢ πείθειν ἡμᾶς ἢ ποιεῖν, τούτων οὐδέτερα ποιεῖ.
μετάφραση: Β. Τόγιας
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.
[51c] «Σκέψου λοιπόν, Σωκράτη», θα συνέχιζαν ίσως οι Νόμοι, «αν εμείς έχουμε δίκιο να υποστηρίζουμε πως δεν είναι τίμια πράγματα όσα λογαριάζεις τώρα να μας κάνεις.
Εμείς βέβαια σε φέραμε στον κόσμο, σε αναθρέψαμε, σε μορφώσαμε, σου
μεταδώσαμε απ᾽ όλα τα αγαθά [51d] που μπορούσαμε και σε σένα και σε όλους τους
άλλους πολίτες· όμως δεν σε κρατάμε εδώ στην πόλη με τη βία, όπως δεν κρατάμε
και κανέναν άλλο πολίτη.
Απεναντίας, δίνουμε το δικαίωμα και το διαλαλούμε, όποιος Αθηναίος
θέλει, μόλις μεγαλώσει και αποκτήσει πολιτικά δικαιώματα και μελετήσει την
κατάσταση της Πολιτείας κι εμάς τους Νόμους, αν δεν του αρέσουμε, είναι
ελεύθερος να πάρει τα πράγματά του και να πάει όπου θέλει. Και κανείς από μας
τους Νόμους δεν εμποδίζει ούτε απαγορεύει σε κανέναν πολίτη, αν θέλει, να πάρει
τα πράγματά του και να πάει να ζήσει σε καμιά αποικία είτε να πάει να
κατοικήσει σε κάποια ξένη πόλη ή όπου [51e] αλλού θέλει, αν δεν του αρέσουμε εμείς και η
Πολιτεία.
Όποιος όμως από σας παραμείνει εδώ, ενώ βλέπει με ποιόν τρόπο εμείς
δικάζουμε τις δίκες και γενικά κυβερνάμε την Πολιτεία, τότε πια πιστεύουμε πως
αυτός έχει συμφωνήσει μαζί μας με έργα να εκτελεί αυτά που εμείς προστάζουμε.
Κι όποιος πάλι δεν πείθεται σε μας, λέμε πως μας αδικεί τριπλά: Τον φέραμε στη
ζωή και δεν μας υπακούει, τον αναθρέψαμε και πάλι δεν μας υπακούει, υποσχέθηκε
να πείθεται σε μας κι αυτός ούτε πείθεται ούτε προσπαθεί να μας πείσει, αν κάτι
δεν το κάνουμε καλά.
[52a] Κι όμως, εμείς προβάλλουμε τους ορισμούς μας
να εκλέξει ελεύθερα, και δεν επιβάλλουμε με άγριο τρόπο να κάνει όσα
προστάζουμε· κι ενώ επιτρέπουμε το ένα από τα δύο, ή να μας πείθει ή να εκτελεί
όσα ορίζουμε, αυτός ούτε το ένα κάνει ούτε το άλλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου