Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2025

Γ. Μπουκουβάλας "Ο γάμος παρά τοις αρχαίοις Έλλησι" άρθρο Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον 1905 Αρχαιογνωσία ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ

 


Γ. Μπουκουβάλας

«Ο γάμος παρά τοις αρχαίοις Έλλησι»

Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον 1905

Αρχαιογνωσία

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ

 

 

 

 

 

 

    Κυριώτατος τοῦ γάμου σκοπὸς παρὰ τοῖς Ἑλλησι τοῖς παλαιοῖς ἦτο ἡ αὔξησις τοῦ πληθυσμοῦ καὶ ἐπομένως ἡ χορηγία εἰς τὴν πολιτείαν ἀμυντόρων.

   Διὰ τοῦτο παρὰ ταῖς πλείσταις τῶν ἑλληνίδων πόλεων ὁ γάμος ἦτο διὰ νόμου ὑποχρεωτικός, οἱ δὲ μὴ ὑποτασσόμενοι εἰς τὰ κελεύσματα αὐτοῦ εἰσήγοντο εἰς δίκην καὶ ποικιλοτρόπως ἐτιμωροῦντο.

   Καὶ ἐν Ἀθήναις μὲν δὲν φαίνεται, ὅτι αὐστηρῶς ἐφηρμόσθη ὁ νόμος οὗτος, ἀλλ’ ἐν Σπάρτῃ δειναὶ ἦσαν αἱ ποιναὶ αἱ ἐπιβαλλόμεναι εἰς τοὺς ἀπειθοῦντας εἰς τὸν νόμον τὸν ὑπὸ τοῦ Λυκούργου θεσπισθέντα. Διότι, ὡς ὁ Πλούταρχος γράφει, οἱ ἄγαμοι ἀπεκλείοντο ἀπὸ τῆς θέας τῶν γυμνοπαιδιῶν, ἐνιαυσίου δηλ. ἑορτῆς τελουμένης πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνος τῆς Ἀρτέμιδος καὶ τῆς Λητοῦς. Ἔτι δὲ οἱ ἄρχοντες ἐν καιρῷ χειμῶνος ἐκέλευον αὐτοὺς νὰ περιέρχωνται γυμνοὶ τὴν ἀγοράν, παρακολουθούμενοι ὑπὸ πολλῶν ᾀδόντων ᾠδὴν τινα, τῆς ἡ ἔννοια εἶχε, ὅτι δίκαια πάσχουσιν ὡς τοῖς νόμοις ἀπειθοῦντες. Ἄλλη τέλος ποινὴ εἰς τοὺς ἀγάμους, ἐπιβαλλομένη ἐν Σπάρτῃ, ἦτο ἡ στέρησις τῶν τιμῶν τῶν ὀφειλομένων ὑπὸ τῶν νέων πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους, ἀρετῆς, ἥτις, ὡς γνωστόν, διέκρινε τὸν Σπαρτιάτην.

    Ὁ Πλούταρχος μάλιστα μνημονεύει καὶ χαρακτηριστικόν τι περὶ τούτου ἐπεισόδιον.

   Ὁ Δερκυλλίδας, εἷς τῶν εὐδοκιμωτάτων τῆς Σπάρτης στρατηγῶν, προσῆλθέ ποτε εἰς

ὅμιλον καθημένων νέων. Κατὰ τὴν σπαρτιατικὴν ἀγωγὴν οἱ νέοι ὤφειλον ἐγειρόμενοι νὰ παραχωρήσουν ἕδραν εἰς αὐτόν. Ἀλλ’ ὁ πρῶτος Σπαρτιάτης, πρὸς ὃν ὁ Δερκυλλίδας προσῆλθεν, ἠρνήθη νὰ ἐγερθῇ εἰπών· «Δὲν σὲ τιμῶ διότι οὐδὲ σὺ τὸν τιμήσοντά με γεγέννηκας». Ὁ Δερκυλλίδας, ἐννοεῖται, ἦτο ἄγαμος.

   Οὐ μόνον δὲ κατὰ τῶν ἀγάμων, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν ὀψὲ νυμφευομένων ἐπεσείοντο ὑπὸ τοῦ νόμου διάφοροι ποιναί.

 

 

 

    Πλήν όμως του σκοπού του πολιτικού, παρώρμα τους Έλληνας προς γάμον και η επιθυμία προς διαιώνισιν του οικογενειακού ονόματος, έτι δε και προς εγκατάλειψιν απογόνων, οίτινες να τελούν μετά τον θάνατον αυτών τα νενομισμένα.

   Το γηράσκειν και αποθνήσκειν τινά άγαμον ενομίζετο μεγάλη δυστυχία. Πλείστα είνε τα ποιητικά ιδίως χωρία των παλαιών, δι’ ών εξωτερικεύονται τα αισθήματα των Ελλήνων εν τω ζητήματι τοιούτω.

 

   Οι αρχαίοι Έλληνες από των ηρωϊκών εισέτι χρόνων ελάμβανον νόμιμον γυναίκα μόνον μίαν, μή απαγορευομένου όμως εις αυτούς να έχουν άλλας δούλας.

   Εν Σπάρτη μόνον εις έκτακτόν τινα περίστασιν επετράπη εις τον βασιλέα Αλεξανδρίδην να λάβη και δευτέραν γυναίκα, διότι άλλως εκινδύνευε το γένος των Ηρακλειδών συν τω θανάτω αυτού να εξαφανισθή. Το έθος τούτο όμως ο Ηρόδοτος ονομάζει ήκιστα σπαρτιατικόν.

 

   Οι γάμοι μεταξύ συγγενών και δη στενοτάτων δεν απηγορεύοντο ούτε εν Σπάρτη, αφ’ ού και αδελφοί έτι μόνον ομοπάτριοι ηδύναντο να συζευγνύωνται.

   Υπήρχε μάλιστα περίπτωσις, καθ’ ήν επεβάλλετο ο γάμος μεταξύ συγγενών. Εάν τις π.χ. αποθανών κατέλιπεν άγαμον θυγατέρα, αύτη υπεχρεούτο εκ του νόμου να συζευχθή μετά του πλησιεστάτου των συγγενών. Εάν δε αι θυγατέρες αι ορφαναί καταλειφθείσαι ήσαν πλείονες, πάσαι συνεζεύγνυντο μετά συγγενών, παρεχομένου του δικαιώματος της πρώτης εκλογής εις την πρωτότοκον. Και ταύτα μεν εγίνοντο, εάν ο πατήρ αποθανών είχε καταλίπη και περιουσίαν χρησιμεύουσαν ως προίκα εις τας θυγατέρας αυτού. Αλλ’ εάν αι ορφαναί ήσαν άπροικοι, ο νόμος και περί τούτων είχε προνοήση. Υπεχρεούντο δηλ. οι στενότεροι των συγγενών να συζευχθούν μετ’ αυτών, ή, εάν απέστεργον τούτο, ώφειλον να χορηγήσουν προίκα ανάλογον της κοινωνικής του αποθανόντος θέσεως και να φροντίσουν περί εξευρέσεως συζύγων.

 

   Αλλ’ εάν παρά τοις παλαιοίς δεν απηγορεύετο η σύζευξις συγγενών, τουναντίον εν Αθήναις παρεκωλύετο ο γάμος ξένου μετ’ αστής, ή αστού μετά ξένης.

[ Είναι ο περίφημος νόμος που εισήγαγε ο Περικλής το 451 π.Χ. περί ιθαγενείας. Ο νόμος αυτός κυρίως χτυπούσε τους «μητρόξενους», δηλαδή γόνους Αθηναίων πολιτών με πλούσιες μη Αθηναίες. Πολλοί πολιτικοί ήταν «μητρόξενοι» (π.χ. Θεμιστοκλής) και πολλοί απ’ αυτούς αργότερα ήταν  μέλη της ολιγαρχικής παράταξης. Φυσικά ο νόμος αντιμετώπιζε και την μεγάλη τάση της εποχής να προσπαθούν να «πολιτογραφηθούν» ως Αθηναίοι και διάφοροι από άλλες πόλεις. Μάλιστα έχουν διασωθεί αρχεία από δήμους της αρχαίας Αθήνας που πρωταγωνιστούσαν στις πλαστές πολιτογραφήσεις. Ο ίδιος ο Περικλής πλήρωσε αργότερα αυτόν τον νόμο που είχε εισαγάγει ο ίδιος, όταν με τον λοιμό στην αρχαία Αθήνα, και έχοντας πεθάνει τα δύο παιδιά του από την πρώτη σύζυγό του, το όνομά της δυστυχώς δεν διεσώθηκε, εξ αιτίας του λοιμού, είχε μείνει μόνο με το γιό του, τον Περικλή  τον νεώτερο, από τη δεύτερη σύζυγό του, την Ασπασία. Τελικώς, χαριστικά η εκκλησία του δήμου του χορήγησε το δικαίωμα να πολιτογραφηθεί ο Περικλής ο νεώτερος ως Αθηναίος πολίτης, αφού σύμφωνα με τον νόμο του 451 π.Χ. δεν μπορούσε δεδομένου ότι η μητέρα του η Ασπασία, ήταν μη Αθηναία, αφού προερχόταν από την Μίλητο. Αυτός ο Περικλής ο νεώτερος αργότερα θα είναι στους στρατηγούς της ναυμαχίας των Αργινουσών, που κατά την οποία ενώ ενίκησαν οι Αθηναίοι τον Σπαρτιατικό στόλο, επειδή όμως δεν περισυνέλεξαν τα πτώματα των ναυαγών εκτελέστηκαν για λόγους ιεροσυλίας. Ανάμεσα στους έξι στρατηγούς που εκτελέστηκαν ήταν και ο Περικλής ο νεώτερος. Πέρα από το ζήτημα της ιεροσυλίας πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και το θέμα των εσωτερικών αντιπαραθέσεων μεταξύ ολιγαρχικών και δημοκρατικών στην συγκεκριμένη περίσταση, δεδομένου ότι ολιγαρχικοί ήταν εκείνοι που πρωτοστάτησαν στη δίκη και εκτέλεση των στρατηγών της ναυμαχίας των Αργινουσών.]

   Προϊόν μάλιστα της απαγορεύσεως των γάμων τούτων διέσωσεν ημίν η αρχαιότης λόγον τινα του Δημοσθένους «Κατά Νεαίρας» επιγραφόμενον. Η Νέαιρα ως διατείνεται ο κατήγορος αυτής, ξένη ούσα συνεζεύχθη μετ’ Αθηναίου τινός Στεφάνου. Επί τούτω λοιπόν ενάγεται εις το δικαστήριον, ο δε κατήγορος αξιοί παρά των δικαστών να εφαρμοσθούν κατ’ αυτής αι διατάξεις του νόμου κελεύοντος τάδε: «Εάν ξένος μετ’ αστής νυμφευθή, έχει εξουσίαν ο βουλόμενος να εναγάγη αυτόν εις τους θεσμοθέτας.  εάν δε η κατηγορία αποδειχθή αληθής, ποινή επιβάλλεται η πώλησις και του ξένου και της ουσίας αυτού, εξ ής το τρίτον μέρος λαμβάνει ο κατήγορος. επίσης και εάν ξένη μετ’ αστού συνοική

 

   Η γυνή εις την αρχαιότητα ήτο κτήμα του ανδρός, ελάχιστον πολλάκις διαφέρον των λοιπών κινητών και ακινήτων αυτού κτημάτων. Δι’ ό, ως ο ανήρ διέθετε πολλάκις τα της λοιπής αυτού ουσίας (:περιουσίας), ούτω ηδύνατο να διαθέση και την γυναίκα αυτού και τας θυγατέρας. Εκ τινος λόγου του Δημοσθένους μανθάνομεν, ότι ο πατήρ αυτής διά διαθήκης ώρισε μετά τίνος ανδρός η χήρα αυτού έδει να νυμφευθή και πόσην προίκα εκ της ουσίας να παραλάβη.

 

 

   Περί της ηλικίας, καθ’ ήν αι κόραι εξεδίδοντο εις γάμον, δεν επικρατεί παρά τοις παλαιοίς η αυτή γνώμη. Ο Πλούταρχος αναφέρει εν τω βίω του Λυκούργου απλώς μόνον, ότι ενυμφεύοντο αι Σπαρτιάτιδες, «ου μικραί, ουδ’ άωροι προς γάμον, αλλά ακμαίαι και ώριμοι».

    Ο δε Αριστοτέλης μακρότερον λόγον περί τούτου ποιούμενος γνωματεύει, ότι αι μεν κόραι δέον να εκδίδωνται (:υπανδρεύονται) άγουσαι τουλάχιστον το 18ον έτος της ηλικίας των, οι δε άνδρες να νυμφεύωνται ουχί μόνον μετά το 37ον.  

 

   Επίσης δε περί του χρόνου [: ποία εποχή του έτους] καθ’ όν έδει να τελώνται οι γάμοι, πολλαί παρά τοις αρχαίοις γνώμαι επεκράτουν. Ο Αριστοτέλης επαινεί το εν Αθήναις υπάρχον έθιμον, να τελώνται δηλαδή οι γάμοι χειμώνος, καθόσον εν Αθήναις ο μην ο αντιστοιχών περίπου προς τον παρ’ ημίν Ιανουάριον έλαβε την προσωνυμίαν Γαμηλιών ένεκα της πληθύος των κατ’ αυτόν τελουμένων γάμων.

   Έτι δε και του μηνός ωρισμέναι ημέραι ενομίζοντο ευοίωναι και συντελεστικαί προς ευδαιμονίαν των συζευγνυομένων. Υπήρχον δε ημέραι, καθ’ άς ουδείς γάμος ετελείτο, καθόσον εθεώρουν αυτάς αποφράδας.

 

( «τα έδνα» )

   Κατά τους ηρωϊκούς χρόνους ουχί η γυνή, αλλά ο ανήρ προς την γυναίκα προσέφερεν άπειρα δώρα, ίνα καταπείση τον πατέρα προς έκδοσιν της θυγατρός του.

   Ο Όμηρος μάλιστα εν τινι χωρίω αναφέρει την τιμήν ή τα έδνα, τα οποία ήρως τις του Τρωϊκού στρατοπέδου κατέβαλεν, ίνα νυμφευθή νύμφην επίζηλον δια την καλλονήν και τας αρετάς της. «Προσήνεγκε», λέγει, «βους εκατόν, υπέσχετο  δε και χίλια άλλα μικρότερα ζώα, αίγας δηλαδή και πρόβατα.»

   Εκ του χωρίου τούτου και άλλων πολλών ποιητών και συγγραφέων διδασκόμεθα, ότι έθος κοινόν επεκράτει να λαμβάνη τις γυναίκα ουχί λαμβάνων αλλά δίδων προίκα, ήτις ήτο ανάλογος προς την κοινωνικήν θέσιν, τας αρετάς και το κάλλος της νύμφης.

 

(«η προίκα»)

   Αλλά όμως και κατά τους ομηρικούς χρόνους το έθιμον της προικός υπέφηνε την απαισίαν του μορφήν. Διότι, πλην του ρηθέντος, έθος επεκράτει οι πλούσιοι πατέρες να δίδουν ουχί ως προίκα, αλλ’ ως δώρον εις τας θυγατέρας των διάφορα κινητά και ακίνητα πράγματα. Τα δώρα ταύτα τα υπό των πατέρων εις τας θυγατέρας διδόμενα είνε τα πρώτα σπέρματα, εκ των οποίων εβλάστησε η προίκα.

 

( η «προικοθηρία» )

   Κατά τους μετέπειτα χρόνους οι προίκες αι διδόμεναι εις τας θυγατέρας συνέκειντο εκ πολλών κινητών τε και ακινήτων, οι δε νέοι εθήρευον να συνάψουν κηδεστείας μετά πλουσίων οίκων.  

   Μάτην ο Σόλων ο νομοθέτης έταξεν η νυμφευομένη να μη λαμβάνη άλλην προίκα, ή μόνον ιμάτια τρία και σκεύη μικρού νομίσματος άξια. Διότι ως λέγει ο Πλούταρχος «ουκ εβούλετο μισθοφόρον ουδ’ ώνιον είναι τον γάμον», δεν επεθύμει δηλαδή (ο Σόλων) ο γάμος να καταστή αντικείμενο εμπορίας.

   Αλλ’ ουδ’ οι νόμοι ούτοι εν Αθήναις, ουδ’ οι εν Σπάρτη κρατούντες νόμοι ίσχυον να κωλύουν την προικοθηρίαν.

   Εν Σπάρτη δηλαδή εάν τις εις την προίκα μόνον αποβλέπων συνήπτε γάμον ανάρμοστον, είτε δηλαδή εκ ταπεινοτέρου γένους, είτε εξ οικογενείας μη απολαυούσης φήμης αγαθής, εισήγετο εις δίκην και εζημιούτο.

    Περί τούτου μάλιστα ωραιότατον επεισόδιον διέσωσεν ημίν ο σοφός Χαιρωνεύς. Ο Λύσανδρος είχε θυγατέρας δύο, άς εμνηστεύσαντο Σπαρτιάται, νομίζοντες ότι ο Λύσανδρος ως διαχειρισάμενος επί πλείστον χρόνον τα κοινά ουκ ολίγην ουσίαν είχεν αποθησαυρίση. Μετά την τελευτήν όμως του Λυσάνδρου πένητος ευρεθέντος, οι δύο προικοθήραι Σπαρτιάται διέλυσαν την μνηστείαν. Αλλ’ οι άρχοντες ενήγαγον αυτούς εις δίκην και εζημίωσαν, διότι, «πλούσιον μεν νομίζοντες τον Λύσανδρον εθεράπευον, δίκαιον δε και χρηστόν εκ της πενίας επιγνόντες κατέλιπον

 

   Η προίξ λοιπόν εν τε ταις Αθήναις και τη Σπάρτη και  ταις πλείσταις πόλεσις της λοιπής Ελλάδος κυριαρχεί, όπερ αναγκάζει τους νομοθέτας να θεσπίσουν ποικίλας περί αυτής διατάξεις.

   Εν Αθήναις δ’ εκ των χρόνων του Δημοσθένους τοσούτον απαραίτητον εθεωρείτο η προίκισις των νυμφευομένων, ώστε ύβρις ενομίζετο και ατιμία το να λάβη τις γυναίκα άπροικον.

   Εκ διαφόρων λόγων των ρητόρων μανθάνομεν, ότι εν τη μετρίως ευπορούση τάξει προίξ καλή εθεωρείτο η ανερχομένη εις δύο ή τρία ή τέσσερα τάλαντα, υπερβολική δε ενομίζετο η το όριον τούτο υπερβαίνουσα.

   Την αρχαιότητα κατέπληξεν η προίξ η δοθείσα υπό του λακκοπλούτου Ιππονίκου εις τον Αλκιβιάδην. Ο Πλούταρχος εν τω βίω του Αλκιβιάδου μνημονεύει ότι ο Ιππόνικος επέδωκεν εις την θυγατέραν αυτού Ιππαρέτην τάλαντα δέκα υποσχεθείς να επιδώση έτερα δέκα μετά την γέννησιν του πρώτου τέκνου.  

   Αι κόραι οι πτωχαί ελάμβανον προίκα πενιχράν, μέχρι και δέκα μνών. Προίξ τέλος  ελάττων του ποσού τούτου (των δέκα μνών) δεν μνημονεύεται.

 

   Η προίξ είτε μεγάλη είτε μικρά, συνέκειτο εκ κινητών και ακινήτων. Παρά Δημοσθένει υπάρχει αντίγραφον διαθήκης καθ’ ήν ο αποθνήσκων σύζυγος διαττάτει τα της ουσίας αυτού: «Δίδωμι την εμαυτού γυναίκα Αρχίππην των Φορμίωνι. και προίκα επιδίδωμι τάλαντα δύο και συνοικίαν αξίαν εκατό  μνών και  θεραπαίνας και τα χρυσία και τ’ άλλα όσα εστίν ένδον εν τω οίκω. Άπαντα ταύτα δίδωμι Αρχίππη.»  Ο αποθανών Πατίων υπήρξεν σύζυγος φιλοστοργότατος, πλήν εάν πιστεύσωμεν εις τα επιχειρήματα του κατηγόρου διατεινομένου ότι η διαθήκη είνε πλαστή, πλαστογραφηθείσα υπό του Φορμίωνος χάριν της προικός.  

 

 

 

 

 

 

 

 

Αι τελεταί του γάμου

    Αἱ εἰδήσεις αἱ περὶ τῶν τελετῶν τοῦ γάμου κατὰ τοὺς ἱστορικοὺς χρόνους τῶν Ἀθηναίων διεσώθησαν ἡμῖν πληρέσταται.

    Ἡ πρώτη λοιπόν ἐπίσημος πράξις, ἡ ἀπαραίτητος, ἵνα καταστῇ ἔγκυρος ὁ γάμος,

ἦτο ἡ μνήστευσις, ἢ ἡ ἐγγύησις, ὡς ἔλεγον οἱ παλαιοί. Ὁ πατὴρ δηλ. ἐνώπιον τῶν συγγενῶν καὶ τῶν οἰκείων ἐνεγύα τὴν θυγατέρα εἰς τὸν γαμβρόν, οὗτος δ’ ἠγγύατο αὐτήν.

    Ἐγγυούσης δὲ τῆς ἡμέρας τοῦ γάμου, ὁ πατὴρ μετὰ τῶν συγγενῶν ἀνεβίβαζε τὴν μελλόνυμφον εἰς τὴν ἀκρόπολιν καὶ ἐκεῖ ἔθυεν εἰς τοὺς θεούς· ἡ πρὸ τοῦ γάμου δ’ αὕτη θυσία ἐκαλεῖτο προτέλεια.

   Ἡ ἡμέρα τέλος τοῦ γάμου ἀνέτελλεν. Ἡ νύμφη καὶ ὁ γαμβρὸς ἔδει νὰ περιβληθῶσιν ὅ,τι πολυτελὲς καὶ πολύτιμον ἀμφίεσμα ἢ κόσμημα εἶχον.

 

   Κατά την πρωϊαν δηλαδή της ημέρας της προς γάμον ορισθείσης η νύμφη και ο νυμφίος ελούοντο ουχί διά του τυχόντος ύδατος. Το ύδωρ εκόμιζον εκ της πηγής της καλουμένης Καλλιρρόης ή Εννεακρούνου, παις ή παιδίσκη εκ των οικειοτάτων της νύμφης.

   Το νυμφικόν τούτο λουτρόν ενέπνευσε τους παλαιούς καλλιτέχνας. Παρά τοις παλαιοίς επί του τάφου των αγάμων αποθνησκόντων νέων ή νεανίδων ιδρύετο άγαλμα παιδός λουτροφόρου, ή και απλώς επετίθετο το αγγείον το καλούμενον επίσης λουτροφόρος, ως σύμβολον της αγαμίας του αποθανόντος.  

 

   Μετά το νυμφικόν τούτο λουτρόν, κατά την διάρκειαν του οποίου έψαλλον  συγγενείς και οικείοι διαφόρους ύμνους και άσματα, η νύμφη ενεδύετο ό,τι πολύτιμον είχε και εστεφανούτο ως και ο νυμφίος διά στεφάνων πολυτελών.

    Επίσης δε εξήρτουν στεφάνους εξ ελαίας και εκ δάφνης και εκ της θύρας των οικιών αυτών, ίνα εξαγγείλουν την εν τω οίκω τελουμένην πανήγυριν.  

   Περί το λυκόφως τέλος της εσπέρας αφικνείτο εις την οικίαν της νύμφης ο γαμβρός συνοδευόμενος υπό των κεκλημένων οικείων και φίλων, απαστράπτων εκ χλιδής και χαράς.

   Ιεροτελεστία δεν ετελείτο καμμία ούτε εν τω οίκω της νύμφης ούτε εν τω οίκω του γαμβρού. Η θυσία η τελουμένη επί της ακροπόλεως κατά τα  προτέλεια ήτο η μόνη ιερά πράξις απαραίτητος εις τον γάμον.

   Η νύμφη λοιπόν ούτω κεκοσμημένη και κεκαλυμμένη την κεφαλήν διά του πέπλου εξήρχετο εκ του πατρώου οίκου, και αναβάσα εφ’ αμάξης εκάθητο εν τω μέσω του νυμφίου και τινος στενοτάτου αυτής συγγενούς καλουμένου νυμφευτού ή παρανύμφου.

   Και ούτω εκκινεί η νυμφική πομπή. Προηγούνται παίδες λευχειμονούντες, κρατούντες δάδας ανημμένας, έπονται αυληταί συνοδεύοντες διά των περιπαθών του αυλού φθόγων τους καθ’ οδόν ψαλλομένους υμεναίους, και τέλος το νυμφικόν άρμα, συνοδευόμενον υπό πλείστων οικείων και φίλων και χαιρετιζόμενον καθ’ οδόν υπό των διαβατών ευχομένων αυτοίς ευδαιμονίαν και ευτεκνίαν.

   Το νυμφικόν άρμα έστη ήδη προ της οικίας του γαμβρού. Η αύλειος θύρα του νέου ενδιαιτήματος εστεμμένη χαίνει έτοιμος να υποδεχθή και να εγκλείση την νύμφην διά παντός. Επιφαίνεται μόνον η πενθερά, ήτις παραλαβούσα την νύμφην της χειραγωγεί αυτήν εις την οικίαν, ενώ συγχρόνως κατά της κεφαλής της νύμφης  και του γαμβρού καταχέονται διάφορα τραγήματα, ευοίωνα της μελλούσης ευδαιμονίας προαγγέλματα.

   Ο οίκος αντηχεί εκ των θορυβωδών ασμάτων. Οι αυλοί σκορπίζουν μέλη περιπαθή. Το παν χαίρει. Δούλοι συμμετέχοντες και ούτοι της χαράς των δεσποτών αυτών, σπεύδουν ίνα παρασκευάσουν το συμπόσιον του γάμου, ονομαζόμενον θοίνην.

  Το συμπόσιον τούτον, η θοίνη, ήτο απαραίτητον. Διότι επιστούτο δι’ αυτού η τέλεσις του γάμου, των συγγενών και  φίλων και εν γένει των συνδαιτυμόνων χρησιμευόντων ως μαρτύρων. Το συμπόσιον τούτο ήτο το μόνον, του οποίου επετρέπετο εις την νύμφην κεκαλυμμένην έτι να μετάσχη μετ’ ανδρών.

   Έξωθεν του οίκου ψάλλεται υπό νεανίδων ομηλίκων και φίλων της νύμφης ο επιθαλάμιος. Είνε το τελευταίον του υμεναίου άσμα, διά του οποίου οι ομήλικες χαιρετίζουν την από ποίμνης αποσκιρτήσασαν αμνάδα.

   Τοιούτον επιθαλάμιον διέσωσεν ημίν η αρχαιότης, το περιβόητον δηλαδή του Θεοκρίτου ειδύλλιον. Ο Μενέλαος νυμφεύεται την Ελένην. Εν τω οίκω του ξανθότριχος Μενελάου παρθένοι δώδεκα, της πόλεως αι πρώται, εκ νεότητος και κάλλους απαστράπτουσαι, την κεφαλήν δι’ υακίνθου εστεμμέναι θαλερού, προ των θαλάμων μετά ποικίλων γραφών πεποικιλμένων χορόν ρυθμικόν εστήσαντο και μέλος ήδη εναρμόνιον εξ ού το δώμα πέριξ πάντη αντηχεί.  

 

   Τη υστεραία του γάμου οι συγγενείς και οι  οικείοι των νεονύμφων επεσκέπτοντο αυτούς κομίζοντες συγχρόνως και δώρα διάφορα.

   Μετά δύο ή τρεις ημέρας ετελούντο τα καλούμενα απαύλια. Ο γαμβρός δηλαδή μετέβαινεν προς επίσκεψιν του πεθερού κομίζων και δώρα της νύμφης προς τον πατέρα της, μικράν τινα χλαίναν. (Τα καλούμενα σήμερα «πιστρόφια»).

 

   

                                 Γ.  Μπουκουβάλας

 

  

 

 

 

 

(εδώ αποσπάσματα από το άρθρο)

 

 

Γ. Μπουκουβάλας, «Ο γάμος παρά τοις αρχαίοις Ελλησι», Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον του έτους 1905, (δντής:  Αργύριος Δρακόπουλος), έτος Έβδομον, τυπογραφείον Ο Κόσμος, Εν Αλεξανδρεία, σ. 1-35.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΕΛΕΥΘΕΡΟΓΡΑΦΟΣ

eleftherografos.blogspot.com

[ ανάρτηση 25 Δεκεμβρίου 2025 :  

Γ. Μπουκουβάλας

«Ο γάμος παρά τοις αρχαίοις Έλλησι»

Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον 1905

Αρχαιογνωσία

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ]

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Κ.Π. Καβάφης "Εις το επίνειον" ποίημα 1918 ΠΟΙΗΣΗ

  Κ.Π. Καβάφης « Εις το επίνειον » ποίημα 1918 «Η Σύγχρονη Σκέψη» Ιανουάριος 1928 ΠΟΙΗΣΗ           ΕΙΣ ΤΟ ΕΠΙΝΕΙΟΝ   ...